Τί σημαίνει "Ισχυρός Κλονισμός" του γάμου και πότε οδηγεί σε διαζύγιο.
- Φωτεινή Μπουδάκη
- 2 Σεπ 2019
- διαβάστηκε 8 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 29 Απρ 2020

Εάν έχουν ναυαγήσει οι προσπάθειες ενός ζευγαριού να "βγάλουν", όπως λέγεται συχνά, "Συναινετικό Διαζύγιο" (με υπογραφή συμβολαιογραφικής πράξης), τότε ο μόνος δρόμος που απομένει είναι αυτός της λύσης του γάμου δια της δικαστικής οδού. Άν έχουν περάσει δύο συνεχόμενα έτη διάστασης του ζευγαριού, τότε τα πράγματα στο δικαστήριο είναι σχετικά απλά. Το ίδιο συμβαίνει και στην (σπανιότατη) περίπτωση που ένας από τους δύο συζύγους "έχει κηρυχθεί σε αφάνεια". Άν ούτε διετής διάσταση υπάρχει ούτε "αφάνεια" του ενός συζύγου, τότε ο μοναδική νομική οδός είναι να ζητήσει κάποιος από τους δύο από το δικαστήριο να κηρύξει τη λύση του γάμου, επειδή αυτός έχει κλονιστεί ισχυρά. Εδώ θα μας απασχολήσουν δύο ερωτήματα : 1) τί σημαίνει ισχυρός κλονισμός του γάμου και 2) υπό ποιές προϋποθέσεις ο ισχυρός κλονισμός οδηγεί τελικά στη δικαστική λύση του γάμου.
*** Διευκρινίζουμε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν λέμε "ενάγων" εννοούμε αυτόν/η που έχει καταθέσει αγωγή διαζυγίου, ενώ "εναγόμενος" είναι αυτός/ή εναντίον του οποίου στρέφεται η αγωγή διαζυγίου.
Κατ' αρχάς, ας δούμε, τί ακριβώς προβλέπει ο νομοθέτης στο `Αρθρο 1439 του Αστικού Κώδικα :
"Ισχυρός κλονισμός
(Παράγραφος 1) Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα.
(Παράγραφος 2) Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας αυτού, εγκατάλειψης του ενάγοντος ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο, καθώς και σε περίπτωση άσκησης από τον εναγόμενο ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του ενάγοντος (...)
Και οι δύο παράγραφοι έχουν ως βάση τον ισχυρό κλονισμό. H διαφορά μεταξύ των δύο παραγράφων βρίσκεται απλώς στο "βάρος απόδειξης". Δηλαδή στην παράγραφο 1) ο ενάγων πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο ΚΑΙ την ύπαρξη του κλονιστικού γεγονότος ΚΑΙ ότι πράγματι αυτό το γεγονός προκάλεσε τον κλονισμό του γάμου. Σε αυτή την περίπτωση ο εναγόμενος (εάν ΔΕΝ επιθυμεί το διαζύγιο) πρέπει να αμφισβητήσει το κλονιστικό γεγονός ή/και την επέλευση του ισχυρού κλονισμού. Ενώ στην παράγραφο 2) ο ενάγων οφείλει να αποδείξει ΜΟΝΟ το κλονιστικό γεγονός (συγκεκριμένα τη διγαμία, τη μοιχεία κτλ.), ενώ ο εναγόμενος (εάν ΔΕΝ επιθυμεί το διαζύγιο) θα πρέπει να αποδείξει ότι ο γάμος, παρά την ύπαρξη του κλονιστικού λόγου, τελικά δεν κλονίσθηκε σοβαρά.
Βλέπουμε στο παραπάνω άρθρο ότι το κλονιστικό γεγονός πρέπει να συνδέεται ΕΙΤΕ με το πρόσωπο του εναγομένου αποκλειστικά, ΕΙΤΕ να αφορά και τους δύο συζύγους.Αν, όμως, τον κλονιστικό λόγο δημιούργησε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ο ίδιος ο ενάγων (άσχετα άν το προκάλεσε εν γνώση του ή όχι), δεν έχει το δικαίωμα να ζητήσει διαζύγιο και η αγωγή διαζυγίου θα απορριφθεί, έστω και αν ο ενάγων μπορεί να αποδείξει τον κλονισμό της σχέσης !
Συγχρόνως : πρέπει το κλονιστικό γεγονός να είναι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΠΡΟΣΦΟΡΟ (δηλ. ικανό) να κλονίσει το γάμο ΚΑΙ συγχρόνως να επήλθε ΠΡΑΓΜΑΤΙ ισχυρός κλονισμός στον συγκεκριμένο γάμο. Πρέπει δλδ να υπάρχει, όπως λέγεται, αιτιώδης σύνδεσμος/συνάφεια ανάμεσα στο κλονιστικό γεγονός και τη συντριβή της έγγαμης σχέσης.
Ποιες πραγματικές καταστάσεις, ποιες πράξεις ή παραλείψεις των συζύγων μπορούν να επιφέρουν αυτό το αποτέλεσμα δλδ τη συντριβή της έγγαμης σχέσης, είναι σχεδόν αδύνατο να καθοριστεί από το νόμο. Αυτό οφείλεται στο ότι κάθε διαπροσωπική σχέση είναι μοναδική και παρουσιάζει τέτοια ιδιαιτερότητα, που αποκλείει τη δημιουργία αρχέτυπων συζυγικής συμπεριφοράς. Γι' αυτό τον λόγο παρατηρούμε ότι ο νόμος στην παράγραφο 1) του άρθρου 1439 του Αστικού Κώδικα ακολουθεί μια γενικολογία, έτσι ώστε να μπορεί να περιλάβει κάθε είδους αίτια που μπορεί να οδηγήσει στην πράξη τους συζύγους να αποτύχουν να βρουν έναν γαλήνιο τρόπο ζωής στα πλαίσια του γάμου και να συμβιβάσουν τις συχνά αντιτιθέμενες απόψεις και ανάγκες τους.
Ωστόσο, η νομική θεωρία και η νομολογία (δλδ οι δικαστικές αποφάσεις που έχουν βγει όλα αυτά τα χρόνια σε υποθέσεις διαζυγίων) έχουν βοηθήσει στο να μπορούμε να κατατάξουμε τις πράξεις ή παραλείψεις των συζύγων που είναι αντικειμενικά πρόσφορες/ικανές να κλονίσουν ισχυρά ένα γάμο στις εξής κατηγορίες :
- Παραβάσεις της υποχρέωσης των συζύγων για συμβίωση.
Εδώ περιλαμβάνονται περιστατικά που έχουν σχέση κυρίως με αδικαιολόγητες απουσίες του συζύγου, με την αποφυγή των γενετήσιων σχέσεων, με συμπεριφορά, περιλαμβάνουσα κάθε μορφή βίας (ακόμα και αυτή που είναι μικρότερης έντασης από την ενδοοικογενειακή βία), αδιαφορία για το πρόσωπο του άλλου συζύγου, αποχή συμμετοχής σε κοινές εκδηλώσεις ζωής, ψυχική απομάκρυνση των συζύγων (έτσι ώστε η έγγαμη συμβίωση να περιορίζεται στο ελάχιστο της τυπικής συγκατοίκησης), ερωτοτροπίες με άλλα πρόσωπα (πχ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης) και ύποπτες συναναστροφές με παραβατικά στοιχεία.
- Παραβάσεις των όρων που αφορούν τη ρύθμιση του συζυγικού βίου με συναπόφαση των συζύγων.
Εδώ υπάγονται οι μονομερείς αποφάσεις του ενός συζύγου για θέματα που αναφέρονται στη διαχείριση των οικονομικών ή στην ανατροφή των τέκνων, η προσπάθεια επιβολής του ενός συζύγου στον άλλο, καθώς και αντίστροφα, η αδικαιολόγητη και συστηματική άρνηση σύμπραξης του ενός συζύγου στη λήψη κοινών αποφάσεων.
- Προσβολή της προσωπικότητας του συζύγου.
Π.χ. ο αδικαιολόγητος και μονομερής περιορισμός της επαγγελματικής και εξωεπαγγελματικής δραστηριότητας του συζύγου, καθώς και η μη συμμόρφωση του ενός συζύγου στις αποφάσεις και ενέργειες του άλλου που αφορούν αυτές τις δραστηριότητές του. Αλλά και η εμμονή του ενός συζύγου στην τήρηση παράνομης ή παράλογης κοινής απόφασης που παραβιάζει το χώρο του άλλου συζύγου, και στην οποία ο άλλος αρνείται δίκαια, εκ των υστέρων, να συμμορφωθεί.
Η αδικαιολόγητη αποχή του ενός συζύγου από τα οικιακά καθήκοντα, όταν αυτά έχουν συμφωνηθεί να κατανέμονται εξίσου. Προσβολές της τιμής και της αξιοπρέπειας του συζύγου (με ύβρεις, προσβολές κτλ), παραβίαση της σφαίρας του απορρήτου του συζύγου (π.χ. ανάγνωση επιστολών, παρακολούθηση αλληλογραφίας και κάθε άλλης μορφής επικοινωνίας με τρίτους)
- Γεγονότα σχετικά με τη συνεισφορά των συζύγων για την αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών.
Π.χ. η μη καταβολή από τον ένα σύζυγο της νόμιμης αναλογίας του για προσφορά εργασίας εντός ή εκτός οικίας ή η συστηματική αποφυγή ή καθυστέρηση εκπλήρωσης της υποχρέωσής αυτής. Η αποφυγή προσφοράς της προσωπικής εργασίας του συζύγου είτε μέσα στο σπίτι, είτε στην επιχείριση του άλλου συζύγου, εφόσον δεν εμποδίζεται σ' αυτό από τις προσωπικές του συνθήκες. Η απόκρυψη εισοδημάτων από τον ένα σύζυγο, έτσι ώστε να δημιουργούνται προσκόμματα στην αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών της οικογένειας. Η άρνηση του συζύγου να εργαστεί έξω από το σπίτι, εάν μπορεί, προκειμένου να ελαφρύνει τον προϋπολογισμό της οικογένειας, όταν αυτός είναι δυσβάστακτος για τον άλλο σύζυγο. Η άρνησή του συζύγου να χρησιμοποιήσει είτε τα εισοδήματα του είτε το κεφάλαιο της περιουσίας του για τις επιβεβλημένες ανάγκες της οικογένειας. Αλλά και η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων (κινητών ή ακινήτων), χωρίς τη συναίνεση του άλλου συζύγου και χωρίς να συνεισφέρει (ο σύζυγος που έκανε τη μεταβίβαση) το σχετικό αντάλλαγμα που εισέπραξε για τις ανάγκες της οικογένειας και στο μέτρο που πρέπει να συνεισφέρει σε αυτές.
- Οι αποφάσεις των συζύγων που αφορούν τα τέκνα τους και τις σχέσεις των συζύγων, ως γονέων, προς αυτά.
Κλονισμό είναι ικανές να προκαλέσουν και πλήθος ενεργειών του συζύγου, ο οποίος προβαίνει στη ρύθμιση θεμάτων των παιδιών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου συζύγου. π.χ. σε ποιο σχολείο θα πάει, άν θα ξεκινήσει ή αν θα συνεχίσει φροντιστηριακά ή εξωσχολικά μαθήματα, με ποιά παιδιά θα συναναστρέφεται, ποιές εκδηλώσεις θα παρακολουθεί κτλ.
- Σχέσεις των συζύγων με τρίτα πρόσωπα (κυρίως συγγενείς)
Π.χ. το θέμα της εξαναγκαστικής συνοίκησης με πεθερούς ή με παιδιά του συζύγου από προηγούμενο γάμο.
- Επίδειξη ανέντιμης και ανήθικης συμπεριφοράς.
Εδώ περιλαμβάνονται κυρίως παραβάσεις των κανόνων της επιβαλλόμενης - σύμφωνα με τα επικρατούντα ήθη - συμπεριφοράς. Οι παραβάσεις αυτές (πράξεις ή παραλείψεις) χαρακτηρίζουν τον τρόπο ζωής του ενός, αλλά έχουν τέτοιον αντίκτυπο στις σχέσεις των συζύγων, καθώς και στην κοινωνική εκτίμηση που απολαμβάνει ο άλλος σύζυγος από το περιβάλλον του, ώστε να μην μπορεί κανείς να απαιτήσει από αυτόν να ανεχτεί την εξακολούθηση μιας τέτοιας ανέντιμης και ανήθικης συμπεριφοράς. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται πράξεις που κυμαίνονται από την τέλεση ποινικού αδικήματος μέχρι την επίδειξη βίου ανήθικου.
- Λοιπές ανυπαίτιες καταστάσεις, δλδ. καταστάσεις, για τις οποίες δεν ευθύνεται κανείς από τους δύο συζύγους.
Εδώ εμπίπτουν η η περίφημη «ασυμφωνία χαρακτήρων», οι διαφορές ηλικίας, κοινωνικής προέλευσης, μορφωτικού επιπέδου κτλ., οι οποίες προκαλούν εκ των πραγμάτων μια διαφορετική τοποθέτηση των συζύγων πάνω σε θέματα της κοινής ζωής. Άλλες ανυπαίτιες καταστάσεις θεωρούνται οι διάφορες νευρώσεις, ψυχικές ασθένειες, συναισθηματικές διαταραχές, η σεξουαλική ανικανότητα και άλλες σωματικές ασθένειες. Για να μπορεί όμως να υποστηριχθεί βάσιμα ότι οι παραπάνω παθήσεις επέφεραν κλονισμό της έγγαμης σχέσης, θα πρέπει κατά λογική αναγκαιότητα να έχουν κάποια σοβαρότητα και διάρκεια άν όχι μονιμότητα. Συχνά υποστηρίζεται ότι ασθένειες, οι οποίες μόλις έχουν εκδηλωθεί και είναι ακόμα αδιερεύνητη η αιτία και μονιμότητά τους ή οι οποίες εμφανίζονται περιοδικά, με όχι μεγάλη συχνότητα και όχι πολύ ενοχλητικά συμπτώματα, είναι δύσκολο να προκαλέσουν τον κλονισμό του γάμου, αν και αυτό κρίνεται κατά περίπτωση.
- Γεγονότα προυπάρχοντα του γάμου που απεκρύβησαν από τον άλλο σύζυγο.
Π.χ. μία ασθένεια ή ένα γεγονός ιδιάζουσας βαρύτητας (όπως προηγούμενη ποινική καταδίκη για σοβαρό αδίκημα, προηγούμενη πορνεία του ενός συζύγου κλπ.) θεωρούνται από νομική άποψη ικανά να επιφέρουν κατά περίπτωση τον ισχυρό κλονισμό του γάμου.
Όλα τα γεγονότα και οι καταστάσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω αποτελούν "εν δυνάμει» κλονιστικούς λόγους της έγγαμης συμβίωσης. Δεν αρκεί όμως μόνον αυτό. Πρέπει και να επέφεραν πραγματικά τον κλονισμό της συγκεκριμένης έγγαμης σχέσης. Πρέπει, δηλαδή, ανάμεσα σε ένα τέτοιο γεγονός και τον κλονισμό να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια (σχέση αιτίου-αιτιατού), και συνεπώς το γεγονός, όχι μόνο κρινόμενο αυτοτελώς να ήταν ικανό να προκαλέσει κλονισμό του γάμου, αλλά και να προκάλεσε πράγματι την καταστροφή της ψυχικής διάθεσης του συζύγου απέναντι στη σχέση του με τον σύντροφό του. Αυτό δεν εξαρτάται πια αποκλειστικά από τη βαρύτητα του ενός ή των περισσότερων κλονιστικών γεγονότων και τον συνδυασμό μεταξύ τους, αλλά και από τις ειδικότερες συνθήκες που χαρακτηρίζουν το συγκεκριμένο ζευγάρι. Το αν μία σχέση κλονίστηκε ισχυρά για τον ένα ή και για τους δύο συζύγους, θα κριθεί σε σχέση με τα συγκεκριμένα πρόσωπα και όχι γενικά. Τα κριτήρια σ' αυτή τη φάση είναι υποκειμενικά. Το γιατί, το πώς, το μέχρι ποιου σημείου και από ποιο σημείο και έπειτα χάνουν οι σύζυγοι τη διάθεση να συνεχίσουν την κοινή τους ζωή, είναι θέμα καθαρά υποκειμενικό και κρίνεται με βάση τις προσωπικές τους ευαισθησίες, τις εμπειρίες ζωής και τα βιώματά τους. Με αυτήν την υποκειμενική θεώρηση, ακόμα και ένα γεγονός το οποίο δεν είναι αφηρημένα/γενικά κλονιστικό, μπορεί να προκαλέσει κλονισμό στη συγκεκριμένη περίπτωση.
H αιτιώδης συνάφεια θεωρείται ότι υπάρχει, όταν, αφού ληφθούν υπόψη όλες οι ειδικές συνθήκες του ζεύγους, μπορεί κανείς να προβλέψει με ασφάλεια ότι κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα κλονιστικά γεγονότα οδηγούν τον σύζυγο που ζητά το διαζύγιο σε μια τέτοια κατάσταση, ώστε είναι ΑΦΟΡΗΤΟ πια για τον ίδιο και με βάση τις δική του ιδιοσυγκρασία και τις δικές του ανάγκες να παραμένει σε ένα τέτοιο γάμο.
Αυτό το οποίο αξίζει να προσέξουμε είναι ότι ο νόμος δεν ενδιαφέρεται για το ποιός έχει υπαιτιότητα για το κλονιστικό γεγονός. Είδαμε ότι ακόμα και ανυπαίτιες καταστάσεις όπως κάποια ασθένεια ή η ασυμφωνία χαρακτήρων, μπορεί να θεωρηθεί κλονιστικό γεγονός ΑΡΚΕΙ το γεγονός αυτό να προέρχεται από τον εναγόμενο ή και τους δύο συζύγους και να μην προέρχεται αποκλειστικά από τον ενάγοντα.
Ωστόσο, στην πράξη οι δικαστικές αποφάσεις αναφέρονται στην υπαιτιότητα των συζύγων, κυρίως για να έχει η απόφαση έναν ειρμό σκέψεων που αποδεικνύει το αφόρητο της έγγαμης συμβίωσης. Παρά το γεγονός ότι η υπαιτιότητα κάποιου από τους συζύγους ή και των δύο δεν έχει σημασία για τη κήρυξη της λύσης του γάμου, το ότι η δικαστική απόφαση θα αναφέρεται στο ζήτημα της υπαιτιότητας μπορεί να έχει τεράστια σημασία, όταν κάποιος από τους δύο συζύγους επιθυμεί να διεκδικήσει διατροφή για το διάστημα ΜΕΤΑ τη λύση του γάμου ! Συγκεκριμένα, το άρθρο 1444 του αστικού Κώδικα προβλέπει ότι η διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να περιοριστεί - μεταξύ άλλων λόγων - και όταν ο σύζυγος που ζητά τη διατροφή έχει κριθεί ΥΠΑΙΤΙΟΣ του διαζυγίου. Γι' αυτό πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία στο πώς θα συνταχθεί μια αγωγή διαζυγίου καθώς και στο τί θα καταφέρετε να αποδείξετε στο δικαστήριο αναφορικά με το ζήτημα της υπαιτιότητας του εναγομένου συζύγου για τον κλονισμό του γάμου ! Ο δικηγόρος σας θα πρέπει να σας κατευθύνει αναλόγως, ώστε να μπορέσει να διαφυλάξει μελλοντικές σας αξιώσεις έναντι του εν διαστάσει συζύγου σας.
Άν θέλετε να δείτε πώς μπορείτε να οργανώσετε τη σκέψη σας, ώστε να μπορέσετε να μεταφέρετε με ακρίβειας όλα τα γεγονότα του γάμου σας, επισκεφτείτε το σχετικό άρθρο εδώ
Φωτό : Resplash
* Εάν θέλετε, να ρωτήσετε ή να μοιραστείτε κάτι μαζί μας, μπορείτε να μας στείλετε ιδιωτικό μήνυμα εδώ
Comments